- θορίτης
- Ορυκτό του θορίου. Δημιουργείται μετά από αποσάθρωση του πυριτικού θορίου (ThSiO4). Κρυσταλλώνεται στο τετραγωνικό σύστημα και είναι ισόμορφο με το ζιρκόνιο, το ρουτίλιο και τον κασσιτερίτη. Απαντάται στη Νορβηγία.
Δείγμα του ορυκτού θορίτη, από το οποίο εξάγεται το θόριο.
* * *ο(ορυκτ.) ραδιενεργό ορυκτό που αποτελείται από πυριτικό θόριο.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. thorite (< thorium, πρβλ. θόριον + κατάλ. -ite). Η λ. μαρτυρείται από το 1896 στον Αν. Κ. Χρηστομάνο].
Dictionary of Greek. 2013.